Στόχος οι ελληνικές εξαγωγές αγαθών να φτάσουν το 25% του ΑΕΠ μέχρι το 2024, σε σχέση με το 18% που βρίσκονται σήμερα.
Συνάντηση Θεοδώρας Τζάκρη -Αναπληρώτριας Τομεάρχη Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ, αρμόδιας για θέματα εξωτερικού εμπορίου- με τον Πρόεδρο του ΣΕΒΕ κ. Γιώργο Κωνσταντόπουλο
Η Αναπληρώτρια Τομεάρχης Εξωτερικών του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΡΟΟΔΕΥΤΙΚΗ ΣΥΜΜΑΧΙΑ και αρμόδια για το Εξωτερικό Εμπόριο κ. Θεοδώρα Τζάκρη πραγματοποίησε προχθές (Δευτέρα 28-6-2021) συνάντηση με τον Πρόεδρο του ΣΕΒΕ κ. Γιώργο Κωνσταντόπουλο στα γραφεία του ΣΕΒΕ στην Θεσσαλονίκη κατά τη διάρκεια της οποίας είχαν μια ενδιαφέρουσα και εποικοδομητική συζήτηση για θέματα που αφορούν το εξωτερικό εμπόριο και την εξωστρέφεια των επιχειρήσεων εν γένει.
Κοινό τόπο της συνάντησης αποτέλεσε η διαπίστωση ότι οι εξαγωγές αποτελούν κρίσιμο παράγοντα για τη βιωσιμότητα της ελληνικής οικονομίας, πρώτον, διότι παρέχουν τη δυνατότητα σε μία οικονομία όπως η ελληνική να απευθυνθεί χωρίς όρια σε αγορές πολύ μεγαλύτερες από την εσωτερική δική της εγχώρια αγορά, δεύτερον, διότι οι επιχειρήσεις που ασχολούνται με το διεθνές εμπόριο αφενός «εκπαιδεύονται» στο να γίνουν ολοένα και πιο ανταγωνιστικές (με κατάλληλη εξειδίκευση και με επιμονή σε νέα γνώση και καινοτομία) και αφετέρου οδηγούν ή «παρασύρουν» και άλλες επιχειρήσεις στο να εμπορεύονται διεθνώς – χαρακτηριστικά που καθιστούν την εγχώρια οικονομία αποτελεσματικότερη και ανθεκτικότερη και τρίτον, διότι στην τρέχουσα παγκοσμιοποίηση, οι εξαγωγές κάθε χώρας αντισταθμίζουν τις αναπόφευκτες εισαγωγές της βοηθώντας στη μείωση του ελλείμματος στο εμπορικό ισοζύγιο.
Οι δυο συνομιλητές συμφώνησαν ότι τα γενικά χαρακτηριστικά των ελληνικών εξαγωγών που συνίστανται στο ότι: (α) παρά την αύξηση στις εξαγωγές που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια το μερίδιο συμμετοχής τους στο ΑΕΠ (περίπου 18%) της χώρας είναι πολύ χαμηλό συγκριτικά με άλλες ευρωπαϊκές χώρες (σχεδόν στο μισό), (β) το 80% των εξαγωγών πραγματοποιείται από το 20% των εξαγωγικών επιχειρήσεων, (γ) εξάγουμε περισσότερο υπηρεσίες (π.χ. υπηρεσίες τουρισμού) και λιγότερο αγαθά (πρωτογενής και δευτερογενής τομέας), ενώ στην υπόλοιπη Ευρώπη συμβαίνει το αντίστροφο, (δ) η συμμετοχή των προϊόντων υψηλής τεχνολογίας στις εξαγωγές είναι πολύ μικρή, ενώ μεγάλη βαρύτητα έχουν οι κλάδοι αγροτικών προϊόντων και προϊόντων χαμηλής ή μέσης τεχνολογίας, (ε) υπάρχει υψηλή εξάρτηση των εξαγωγών από εισαγωγές (πρώτες ύλες και ενδιάμεσα προϊόντα) που κυμαίνεται από 30% έως και 50% της αξίας εξαγωγών), (ζ) καθοριστικό ρόλο στις εξαγωγές προϊόντων έχουν τα προϊόντα διύλισης πετρελαίου, τα οποία αντιστοιχούν περίπου στο ένα τρίτο των ελληνικών εξαγωγών και (στ) το μερίδιο των ελληνικών εξαγωγών στο παγκόσμιο εμπόριο είναι εξαιρετικά μικρό.
Ο κ. Κωνσταντόπουλος εντόπισε ως αιτία για το μικρό ποσοστό με το οποίο συμμετέχουν οι εξαγωγές στο ΑΕΠ της χώρας τον ανταγωνισμό που υφίστανται οι ελληνικές εξαγωγικές επιχειρήσεις από άλλες επιχειρήσεις εκτός Ελλάδας εξαιτίας των υψηλών προδιαγραφών που απαιτούνται από τα δίκτυα διανομής τόσο όσον αφορά στα προϊόντα όσο και στις παραγωγικές διαδικασίες που χρησιμοποιούνται για την παραγωγή τους, όπως οι πιστοποιήσεις και η ιχνηλασιμότητα των προϊόντων και ειδικότερα η παραγωγή προϊόντων του πρωτογενούς τομέα στο πλαίσιο της ολοκληρωμένης διαχείρισης, οι προδιαγραφές προστασίας του περιβάλλοντος και αειφόρου ανάπτυξης (π.χ. ελάχιστη χρήση νερού, χρήση ΑΠΕ, συστήματα βιολογικού καθαρισμού, αποφυγή χρήσης πλαστικών κ.λπ.). Η ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον περιορίζεται επιπλέον κυρίως για τα βιομηχανικά προϊόντα από τις συνεχείς αυξήσεις του κόστους των πρώτων υλών αλλά και των ναύλων μεταφοράς των τελικών προϊόντων. Το τελευταίο χρονικό διάστημα π.χ. έχουν αυξηθεί από 12 ως 15 φορές τα ναύλα της ναυσιπλοΐας, γεγονός που προκαλεί πληθωρισμό ενώ υπάρχει ανάγκη να συγκρατηθούν οι τιμές των ελληνικών προϊόντων σε ανταγωνιστικά επίπεδα και γενικά ο κ. Κωνσταντόπουλος εξέφρασε προβληματισμό για το κατά πόσο το συγκριτικό πλεονέκτημα της ελληνικής οικονομίας, η ναυσιπλοΐα, η «μπλε οικονομία» όπως λέγεται, συμβάλει υπό αυτές τις συνθήκες στην ανταγωνιστικότητα των ελληνικών προϊόντων και στην εξωστρέφεια των ελληνικών επιχειρήσεων. Ωστόσο, επισήμανε ότι η πορεία των εξαγωγών ήταν ιδιαίτερα θετική το τελευταίο διάστημα καθώς στο α’ τετράμηνο 2021 αυξήθηκαν κατά 18,3% συγκριτικά με το αντίστοιχο διάστημα του 2020.
Ο κ. Κωνσταντόπουλος εκτίμησε ακόμη ότι στα τρόφιμα, στα οποία οι εξαγωγές κατά την διάρκεια των δύο ετών της πανδημίας αυξήθηκαν, η χώρα μας θα υποστεί πιέσεις τα επόμενα χρόνια από τις χώρες ακόμη και της Βόρειας Αφρικής που αναπτύσσονται σταδιακά και διατηρούν ισχυρό πλεονέκτημα, λόγω του χαμηλού κόστους παραγωγής, ενώ οι δύο συνομιλητές συμφώνησαν ότι τεράστια δυνατότητα για το μεγάλωμα «της πίτας» των εξαγωγών αποτελεί η αύξηση της συμμετοχής των προϊόντων υψηλής τεχνολογίας στις εξαγωγές που σήμερα είναι πολύ μικρή και προς την κατεύθυνση αυτή θα συμβάλει καθοριστικά η ανάπτυξη του “THESSINTEC”, του Τεχνολογικού Πάρκου στον Δήμο Θερμαϊκού, η υλοποίηση του οποίου ξεκίνησε από την προηγούμενη κυβέρνηση και συνεχίζεται από την σημερινή και θα δώσει την ευκαιρία στην ανάπτυξη συμπράξεων μεταξύ επιχειρήσεων και ερευνητικών ιδρυμάτων για την παραγωγή προϊόντων υψηλής τεχνολογίας.
Όσον αφορά τις εξαγωγές πρόβλημα εντοπίζεται ακόμη και στις τεράστιες περιφερειακές ανισότητες. Για παράδειγμα, από τα 33,407 δις ευρώ που είναι η συνολική αξία των εξαγωγών της χώρας, τα 17,825 δις ευρώ, σύμφωνα με τα στοιχεία του 2019, εξάγονται από την Περιφέρεια Αττικής και τα 5,251 δις ευρώ από την Περιφέρεια Κεντρικής Μακεδονίας, ενώ η συμμετοχή των εξαγωγών Περιφερειών όπως η Δυτική Μακεδονία, το Νότιο και το Βόρειο Αιγαίο και το Ιόνιο είναι πολύ χαμηλή.
Προς τούτο, υπογράμμισαν τη μεγάλη ευκαιρία που παρουσιάζεται ώστε οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης να χρησιμοποιηθούν προς τη σωστή κατεύθυνση που θα οδηγήσει στην ψηφιακή μεταρρύθμιση και την πράσινη μετάβαση όλων των επιχειρήσεων, προκειμένου να καταστούν αυτές περισσότερο ανταγωνιστικές.
Από την πλευρά της η κ. Τζάκρη αναφέρθηκε στο Σχέδιο Δράσης για την Προώθηση των Εξαγωγών, το οποίο εκπονήθηκε με την τεχνική βοήθεια του Γερμανικού Οργανισμού GIZ ώστε να αναπτυχθεί μια Μεθοδολογία Προσδιορισμού Αγορών Εξαγωγικών Ευκαιριών για την Ελληνική Οικονομία, την οποία προετοίμασε το ΚΕΠΕ και παραδόθηκε το καλοκαίρι του 2018 με στόχο να προσδιοριστούν με ένα πιο ασφαλή τρόπο υποψήφιες αγορές εξαγωγών. Στο πλαίσιο της ίδιας τεχνικής βοήθειας διαμορφώθηκαν τα ακόλουθα Σχέδια:
(1) Σχέδιο για τη Διευκόλυνση του Εμπορίου – αποτελεί υποσύνολο της Ενιαίας Θυρίδας των Τελωνείων (Υπουργείο Οικονομικών). Τον Οκτώβριο 2020 Διακήρυξη Ηλεκτρονικού Ανοικτού διεθνούς Διαγωνισμού άνω των ορίων για την ανάπτυξη πληροφοριακού συστήματος με τίτλο «Ανάπτυξη περιβάλλοντος ενιαίας θυρίδας για τη διευκόλυνση του εμπορίου» για τις ανάγκες της Γενικής Διεύθυνσης Τελωνείων και Ειδικών Φόρων Κατανάλωσης της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων.
(2) Σχέδιο Δράσης για την ανάπτυξη της ανταγωνιστικότητας των αγροτικών προϊόντων (Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης & Τροφίμων).
(3) Στρατηγικό Σχέδιο Μεταφορών και Εθνικό Σχέδιο Δράσης για την Εφοδιαστική Αλυσίδα (Υπουργείο Μεταφορών& Υποδομών).
Ωστόσο τα συγκεκριμένα Σχέδια Δράσης παρέμειναν ανενεργά και αναξιοποίητα από την σημερινή κυβέρνηση.